Η Πολιτεία, στο υπό εκπόνηση νομοθέτημα για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, αντί να χρησιμοποιήσει τους ήδη υπάρχοντες εκπαιδευμένους και διαπιστευμένους διαμεσολαβητές, δημιουργεί νέα κατηγορία διαμεσολαβητών, τους αποκαλούμενους «ειδικούς διαμεσολαβητές», που με «ταχύρρυθμη» εκπαίδευση 10 ωρών σχεδιάζεται να κληθούν να αντιμετωπίσουν έναν τεράστιο, απ’ όσο φαίνεται, όγκο υποθέσεων, αυτές των υπερχρεωμένων νοικοκυριών.
Και γιατί άραγε δημιουργείται μια άλλη κατηγορία διαμεσολαβητών; Γιατί απαιτείται οι συγκεκριμένοι να έχουν εκπαίδευση 10 ωρών; Γιατί παραγκωνίζονται οι διαμεσολαβητές που εκπαιδεύθηκαν για 40 και 50 ώρες και διαπιστεύθηκαν από το υπουργείο Δικαιοσύνης; Και ποια ακριβώς θα είναι η δυνατότητα διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης, όταν απέναντι από τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά βρίσκεται μια τράπεζα και όταν για τη ρύθμιση στο ποσό που είναι σε θέση να καταβάλλει ο υπερχρεωμένος απαιτείται η επιμήκυνση του δανείου, ορισμένες φορές ακόμη και για... 120 χρόνια;
Στο σχέδιο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, στον οποίο αναφέρθηκε η κ. Μάνδρου στην «Καθημερινή» της Κυριακής (της 9.3.2014), η διαμεσολάβηση προβλέπεται ως μια δυνητική διαδικασία, βασικά σε μόνο ένα άρθρο. Ενώ ο κώδικας φέρνει κοσμογονικές αλλαγές με την εισαγωγή της γραπτής αποκλειστικά διαδικασίας στην πολιτική δίκη με μοναδική δικαιολογία την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων, εντούτοις η διαμεσολάβηση, ο κατ’ εξοχήν θεσμός που επιταχύνει (ή και αποτρέπει) τη δίκη, ρυθμίζεται απλά ως μια επιλογή για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά σε ένα μόνο άρθρο.
Ο σχετικός νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά υπάρχει από το 2010. Ομως η εφαρμογή του απαιτούσε την έκδοση μιας σειράς προεδρικών διαταγμάτων τα περισσότερα από τα οποία εκδόθηκαν με καθυστέρηση δύο ετών. Και ο πρώτος επίσημος φορέας εκπαίδευσης διαμεσολαβητών άρχισε να λειτουργεί στις αρχές του περασμένου χρόνου. Ο νομοθέτης επέλεξε να εισαγάγει στη χώρα μας έναν θεσμό του αγγλοσαξονικού δικαίου, δηλαδή έναν θεσμό ιδιαίτερα απλό -όχι απλοϊκό- στη σύλληψη και εφαρμογή του, περιβάλλοντάς τον με ιδιαίτερα πολύπλοκο νομοθετικό πλαίσιο, σφίγγοντάς τον σε έναν στενό «κορσέ», που μάλλον να τον «πνίξει» φαίνεται να επιχειρεί παρά να τον αναδείξει.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε αντίθεση με όσα ισχύουν για τη διαμεσολάβηση στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, η διαιτησία, ένας θεσμός εκτός των κρατικών δικαστηρίων που δίδει στον διαιτητή την εξουσία να αποφασίζει επί της διαφοράς (κάτι που δεν κάνει βέβαια ο διαμεσολαβητής), για την υλοποίησή της δεν απαίτησε ούτε απαιτεί την έκδοση διαταγμάτων και αποφάσεων, ούτε επιτροπές ούτε διαπιστεύσεις με πλήθος δικαιολογητικών και παραβόλων.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι μια συστηματική και ύστερα από σοβαρή σκέψη εφαρμογή του θεσμού της διαμεσολάβησης στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά στη χώρα μας μόνο οφέλη θα έχει, συμβάλλοντας στη βελτίωση της ποιότητας και της αξιοπιστίας της απονομής της δικαιοσύνης και της οικονομίας γενικότερα.